ἔκβλητος

ἔκβλητος
ἔκβλητος
cast overboard
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • έκβλητος — ο (AM ἔκβλητος, ον) 1. ο πεταμένος έξω, ο απόβλητος 2. αυτός που αξίζει να αποβληθεί ή να απορριφθεί μσν. φρ. «βρέφος ἔκβλητον» έκθετο βρέφος …   Dictionary of Greek

  • ἐκβλητότερον — ἔκβλητος cast overboard adverbial comp ἔκβλητος cast overboard masc acc comp sg ἔκβλητος cast overboard neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκβλητον — ἔκβλητος cast overboard masc/fem acc sg ἔκβλητος cast overboard neut nom/voc/acc sg ἐκβάλλω throw aor ind act 2nd dual (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκβλητοτάτοις — ἔκβλητος cast overboard masc/neut dat superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκβλητοτέρους — ἔκβλητος cast overboard masc acc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκβλητότερα — ἔκβλητος cast overboard neut nom/voc/acc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκβλητότεροι — ἔκβλητος cast overboard masc nom/voc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκβλητότερος — ἔκβλητος cast overboard masc nom comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκβλητα — ἔκβλητος cast overboard neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκβλητοι — ἔκβλητος cast overboard masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”